- ουνιβερσαλισμός
- (universalismus). Η αντίθετα με την ατομική άποψη της ερμηνείας των κοινωνικών και οικονομικών φαινομένων θεωρία, βάση της οποίας είναι η μελέτη των φαινομένων αυτών με τη διερεύνηση των συνθηκών της κοινωνικής συμβίωσης ενός κοινωνικού συνόλου.
* * *ο1. θρησκ. θρησκευτική κίνηση που εμφανίστηκε στα μέσα τού 18ου αιώνα στην Ευρώπη, αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ και το 1961 συγχωνεύθηκε επίσημα με την Αμερικανική Ουνιταριανή Ένωση και η οποία υποστήριζε το δόγμα τής καθολικής σωτηρίας, δηλαδή τής σωτηρίας τής ψυχής όλων τών ανθρώπων ύστερα από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα εξαγνισμού κατά τη μεταθανάτια ζωή2. (φιλοσ.) θεωρία κατά την οποία η πραγματικότητα αποτελεί ενιαίο μοναδικό όλον, το άτομο δεν υπάρχει παρά μόνον ως προϊόν αφαίρεσης, που δεν είναι σκοπός αλλά ένα μέσο, ένα στοιχείο τού όλου, και αυτό το όλον είναι η κοινωνία πνεύματος, διαφορετικές τμηματικές απόψεις τής οποίας είναι η οικογένεια, το έθνος, η ανθρωπότητα.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην Ελληνική ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. universalisme (< λατ. universalis, «καθολικός»)].
Dictionary of Greek. 2013.